Η αουρομυκίνη δρα εμποδίζοντας τα βακτήρια να δημιουργήσουν αντίγραφα του DNA τους. Αυτό αναστέλλει την ανάπτυξη και την αναπαραγωγή τους, γεγονός που επιτρέπει στο ανοσοποιητικό σύστημα να τα σκοτώνει πιο εύκολα. Η αουρομυκίνη λαμβάνεται συνήθως από το στόμα, αλλά μπορεί επίσης να εφαρμοστεί τοπικά στο δέρμα ή τα μάτια.
Η αουρομυκίνη είναι γενικά καλά ανεκτή, αλλά μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες όπως ναυτία, έμετο, διάρροια και εξάνθημα. Μπορεί να εμφανιστούν πιο σοβαρές παρενέργειες, όπως ηπατική βλάβη και καταστολή του μυελού των οστών. Η αουρομυκίνη δεν πρέπει να λαμβάνεται από άτομα που έχουν ηπατική νόσο ή προβλήματα μυελού των οστών.
Η αουρομυκίνη είναι ένα αντιβιοτικό ευρέος φάσματος, που σημαίνει ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία ενός ευρέος φάσματος λοιμώξεων. Ωστόσο, αυτό σημαίνει επίσης ότι μπορεί να προκαλέσει περισσότερες παρενέργειες από τα αντιβιοτικά στενού φάσματος, τα οποία είναι αποτελεσματικά μόνο έναντι ενός συγκεκριμένου φάσματος βακτηρίων.
Η αουρομυκίνη είναι ένα πολύτιμο φάρμακο για τη θεραπεία βακτηριακών λοιμώξεων. Ωστόσο, πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο υπό την επίβλεψη γιατρού, καθώς μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες.